- φορβειᾶς
- φορβειάhalter by which a horse is tied to the mangerfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CAPISTRUM — quô boves capistrari soliti, Hebr. Gap desc: Hebrew vel Gap desc: Hebrew Graece φιμὸς vocatur. Hinc Deuteron. c. 25. v. 4. Bovem triturantem non capistrabis, Graece οὐ φιμώσεις, redditur ab Apostolo 1. Corinth. c. 9. v. 9. Nempe inhumanum omnino … Hofmann J. Lexicon universale
επιφατνίδιος — α, ο (Α ἐπιφατνίδιος, ία, ιον και ος, ον) αυτός που βρίσκεται μέσα ή κοντά στη φάτνη («τῆς ἐπιφατνιδίας φορβειᾱς», Ξεν.).. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + *φατνίδιος (< φάτνη), τ. που μαρτυρείται μόνο στο παρόν σύνθετο επίθετο] … Dictionary of Greek
φορβιά — η / φορβειά, ΝΜΑ, και φορβεά και κατά τον Ησύχ. φορβέα και δ. τ. φορβαία Α είδος δερμάτινου, συνήθως, χαλινού χωρίς στομίδα τών υποζυγίων, που χρησιμεύει για την πρόσδεσή τους στον στάβλο, το καπίστρι αρχ. 1. είδος δερμάτινου περιστομίου το οποίο … Dictionary of Greek